δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Δρόμος της Αριστεράς” στις 22/11/2010
Σε άλλους έκανε εντύπωση η άψογη (μέσα στην ειρωνεία της) φίτνες εικόνα του Έλληνα πρωθυπουργού με στενό κολάν και αεροδυναμικό γυαλί. Οι πιο κακιασμένοι σκέφτηκαν πως θα ’πρεπε να ζητήσουμε και από τον Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης να τρέξει μέχρι το Μαραθώνα προκειμένου να… προβληθεί διεθνώς η χώρα!
Άλλοι ανατρίχιασαν στο κιτς θέαμα των σύγχρονων Μαραθωνοδρόμων με τις πανοπλίες και τις περικεφαλαίες (των ρωμαϊκών λεγεώνων, αλλά αυτά είναι ψιλά γράμματα για τους -υπερήφανους ως Έλληνες- δρομείς του κλασικού Μαραθωνίου). Άλλοι, πάλι, που δεν συγκινήθηκαν από το ελληνικό κλέος, απλώς σιχτίρισαν με τους κλειστούς δρόμους σε όλη την Αθήνα και το fake ενθουσιασμό για τις τηλεοπτικές κάμερες.
Μόνο η αρθρογράφος του Βήματος, όμως, κατάφερε να ξύσει κάτω από την επιφάνεια, κατάφερε να συλλάβει το βαθύτερο νόημα και τις προεκτάσεις της νέας μάχης του Μαραθωνίου δρόμου και να τις μεταλαμπαδεύσει με απαράμιλλη αυταπάρνηση και σε μας τους κοινούς θνητούς. Στο άρθρο της (30/10/2010) με τον εύγλωττο υπότιτλο «Ο κλασικός μαραθώνιος ως μονέδα και το ταμείο από την πώληση ιστορίας, μυθολογίας και αρχαιοτήτων», η Λώρη Κέζα εκκινεί από τον προσωπικό της θαυμασμό μπροστά στη θέα του υπουργού Πολιτισμού «με το σορτσάκι του» (sic!) για να καταλήξει στο πόσο προσοδοφόρα θα μπορούσε να αποβεί η εμπορική εκμετάλλευση του αρχαιοελληνικού παρελθόντος μας. Σε μια κρίση ειλικρίνειας, η αρθρογράφος αναφωνεί: «Ας πουλούσαν κιτς memorabilia, ας λειτουργούσαν καντίνες της αμβροσίας. Με τούτα και με τ’ άλλα θα έπεφτε χρυσή βροχή στη λεωφόρο».
Κι όμως, οι εποικοδομητικές της προτάσεις δεν σταματούν εδώ. Συνεχίζουν με ιδέες όπως η δημιουργία Ντίσνεϊλαντ με τους ήρωες της ελληνικής μυθολογίας, αλλά και την πώληση σε ξένα μουσεία ή πλούσιους συλλέκτες των αρχαίων αντικειμένων που στοιβάζονται στις αποθήκες των ελληνικών μουσείων. Τόσα αριστουργήματα μας περισσεύουν, «είναι ακραίο να κρατήσουμε τα πιο σπάνια και πολύτιμα και να προωθήσουμε στην αγορά τα υπόλοιπα;» αναρωτιέται η αρθρογράφος. Και η μόνιμη επωδός: «Ενοχλούν οι μαικήνες; Θα πείραζε αν μια μεγάλη εταιρεία επένδυε διαφημιστικά σε ένα μουσείο; Θα δεχόμασταν, άραγε, προσφορά 500 εκατ. ευρώ με αντάλλαγμα να βαφτίσουμε ένα καινούργιο κτίριο σε “Αρχαιολογικό Μουσείο Διάσημου Αναψυκτικού”;»
Συμπτώματα της κρίσης; Ή παλιές (παμπάλαιες…) καταδικασμένες συνταγές που βρίσκουν την ευκαιρία να ξανάρθουν στην επιφάνεια, ως «νέες ιδέες» που θα μας σώσουν από την κρίση; Η παγκόσμια οικονομική κρίση είναι το υπόβαθρο: πάνω της χτίζεται μια κρίση ηθικής, αλληλεγγύης, συνείδησης, πολιτισμού. Στο φόντο της δύσκολης οικονομικής κατάστασης που βιώνει κάθε νοικοκυριό, υπάρχουν πολλοί έτοιμοι να λειτουργήσουν ως «λαγοί» του κυρίαρχου προτάγματος που, πλέον, διατυπώνεται με αφοπλιστική σαφήνεια: να γυρίσουμε στο Μεσαίωνα. Πέρασαν πολλά χρόνια και χρειάστηκαν πολλοί αγώνες για να ειδωθεί ο πολιτισμός ως δημόσιο αγαθό. Σε συνθήκες κρίσης, όμως, αυτά θεωρούνται περιττές πολυτέλειες. Ο πολιτισμός μπορεί να γυρίσει εκεί που ανήκε (για κάποιους, πάντοτε) δικαιωματικά: στους Μαικήνες, τους πλούσιους, τους αστούς, στους γόνους βασιλικών οικογενειών, στους οίκους δημοπρασιών. Σε αυτούς που μπορούν να εκτιμήσουν την τέχνη και να πληρώσουν για αυτήν. Το διάλλειμα τελείωσε, τα κεφάλια μέσα! Για την πλέμπα, τα φτηνά memorabilia προφανώς είναι αρκετά για να καλύψουν τις πολιτιστικές μας αναζητήσεις.
Ίσως, τελικά, η επιλογή του Παύλου Γερουλάνου, του επονομαζόμενου και «πρίγκιπα», για τη θέση του υπουργού Πολιτισμού να μην ήταν και τόσο άστοχη…