«Αξιοκρατία» στο δημόσιο και άλλα καθρεφτάκια για ιθαγενείς 

Πολλοί ενοχλήθηκαν από τον διορισμό των προϊσταμένων στις ΔΟΥ με «κομματικά κριτήρια» (αν και μάλλον το «μονοκομματικά» τους ενόχλησε κυρίως…), λίγοι όμως ασχολήθηκαν με το ότι αυτό δεν αποτελεί την «εξαίρεση» αλλά τον κανόνα, και μάλιστα κανόνα κατοχυρωμένο με διαδοχικούς νόμους! Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή…

Μεσούσης της άνοιξης του 2010, με τυμπανοκρουσίες και τις συνήθεις μεγαλόστομες δηλώσεις περί «μεταρρύθμισης» του δημόσιου τομέα, ο (τότε) αρμόδιος Υπουργός Γ. Ραγκούσης παρουσίασε το νέο σύστημα επιλογής προϊσταμένων στο δημόσιο: ο γραπτός διαγωνισμός που θα διεξαγόταν από το ΑΣΕΠ (Ν. 3839/2010), ερχόταν να αντικαταστήσει το προηγούμενο σύστημα μοριοδότησης μέσω υπηρεσιακού συμβουλίου. «Αξιοκρατία! Αξιοκρατία!» ανέκραξε ανακουφισμένη η κοινή γνώμη, που –ορθώς– έχει μπουχτίσει από την προσπάθεια όλων των κυβερνήσεων να τοποθετούν τα «δικά» τους παιδιά σε θέσεις ευθύνης. Χρειαζόταν βαθιά γνώση του δημόσιου τομέα και πάνω από όλα ευρεία γνώση της αέναα μετασχηματιζόμενης προσπάθειας ελέγχου του από το πολιτικό σύστημα, για να διακρίνει κανείς τη φάκα πίσω από ένα τόσο «αντικειμενικά» σερβιριζόμενο τυρί.

Καταρχάς, ο νόμος αυτός ήταν (και είναι) παντελώς ανεφάρμοστος! Πώς θα μπορούσε να διεξαχθεί γραπτός διαγωνισμός για 450 διαφορετικούς κλάδους εργαζομένων; Σε πόσα θέματα και πόσα μαθήματα θα εξετάζονταν; Αν επέλεγε κανείς κοινά θέματα (και μάλιστα multiple choice, όπως διέρρεαν), πώς ακριβώς θα έδιναν κοινές εξετάσεις ο νοσηλευτής με τον αρχαιολόγο, ο μηχανικός με τον υπάλληλο του ΙΚΑ και ο δασοπόνος με τον ελεγκτή της Εφορίας; Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, αυτές οι κατηγορίες υπαλλήλων έχουν διαφορετικούς νόμους να εφαρμόσουν και με διαφορετικό τρόπο να οργανώσουν τη δουλειά τους. Και ποιο θα ήταν το κόστος για τη διαδικασία αυτή, εν μέσω «δημοσιονομικής προσαρμογής»; Είτε λοιπόν όδευαν για μια παρωδία εξετάσεων, παρόμοιες με το τεστ δεξιοτήτων του ΑΣΕΠ με ερωτήσεις γενικού περιεχομένου, που δεν μπορούν να κρίνουν καμία καταλληλότητα για κανένα επάγγελμα, είτε όδευαν για εκεί που πήγαν πραγματικά: Δύο χρόνια και τρία Μνημόνια μετά, οι προϊστάμενοι σε όλο το δημόσιο να τοποθετούνται με μόνη απόφαση του εκάστοτε Υπουργού!

Πώς έγινε αυτό το μαγικό; Ακριβώς ένα χρόνο πριν, όταν με το Ν. 4024/2011 εκδίωκαν άρον άρον από το δημόσιο τους «εφέδρους», μεταξύ αυτών και πολλούς Διευθυντές, μία από τις (μεταβατικές, πάντα…) διατάξεις έδινε τη δυνατότητα στον κάθε Υπουργό να τοποθετήσει (στις κενές θέσεις) ως Προϊστάμενο όποιον νομίζει. Το ίδιο ακριβώς ψήφισε η Βουλή τον περασμένο Νοέμβρη (Ν. 4093/2012): διά νόμου πλέον οι προϊστάμενοι στις (συγχωνευμένες) ΔΟΥ τοποθετούνται με απλή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (με τα γνωστά αποτελέσματα…).

Το ίδιο ισχύει εδώ και καιρό σε όλο το δημόσιο, και θα συνεχίσει να ισχύει: σιγά σιγά λήγουν οι θητείες όσων Διευθυντών και Τμηματαρχών γλίτωσαν την εφεδρεία. Κι ενώ –υποτίθεται– ότι ήταν σε ισχύ ο «υπεραξιοκρατικός» νόμος και σε κάποια Υπουργεία είχαν ξεκινήσει διαδικασίες κρίσεων για τους Τμηματάρχες, ήρθε το δεύτερο Μνημόνιο της κυβέρνησης Παπαδήμου (Φεβρουάριος 2012) να παγώσει εντελώς τις προαγωγές σε όλο το δημόσιο μέχρι την «επανεκτίμηση του μισθολογικού κόστους». Αποτέλεσμα; Και οι Τμηματάρχες θα τοποθετηθούν με ανάθεση από τον εκάστοτε Υπουργό. Και πάει λέγοντας…

Δυο χρόνια μετά το κήρυγμα περί «αξιοκρατίας», η «σύγχρονη» δημόσια διοίκηση, όπως την ευαγγελίζονται, μοιάζει τελείως βγαλμένη από τη δεκαετία του 1960! Με την πρόφαση της προσωρινότητας (είπαμε, μέχρι να εφαρμοστεί ο νόμος…) επιστρέψαμε στην απόλυτη εξάρτηση της διοικητικής ιεραρχίας από την εκάστοτε κυβέρνηση. Γιατί λοιπόν να πιστέψει κανείς ότι τα κριτήρια «αξιολόγησης» των υπαλλήλων (προκειμένου να βρεθεί ποιοι είναι οι «αντιπαραγωγικοί») θα είναι διαφορετικά από τα κριτήρια που εφαρμόζονται (με την ψήφο της Βουλής και τις ευλογίες της Τρόικας) για την τοποθέτηση σε θέσεις ευθύνης;

Σε συνθήκες κρίσης, και παρά τα παραμύθια που μας σερβίρουν, το κομματικό κράτος επιστρέφει δριμύτερο. Γιατί ο μόνος τρόπος να επιβάλλουν στο δημόσιο να λειτουργεί ως μακρύ χέρι της Τρόικας και να προωθεί τις αντισυνταγματικές και αντιλαϊκές ρυθμίσεις που ψηφίζει η Βουλή, είναι αυτό να αποτελείται από φοβισμένους και υπάκουους σε κάθε εντολή δημοσίους υπαλλήλους. Παλιά το έλεγαν «δυσμενή μετάθεση», σήμερα το βάφτισαν «κινητικότητα»…

Και τότε και τώρα, η αντίσταση είναι επιβεβλημένη.

 

Δέσποινα Κουτσούμπα

Πρόεδρος Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, μέλος ΓΣ της ΑΔΕΔΥ

 

Εφημερίδα των Συντακτών

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *