Καμμιά φορά, τα μνημεία είμαστε εμείς

Στις 18 Αυγούστου 2015 ο 82χρονος αρχαιολόγος Χάλεντ αλ Άσαντ, που είχε αφιερώσει τη ζωή του στις ανασκαφές της Παλμύρας, αποκεφαλίστηκε από τζιχαντιστές του ISIS, αφού βασανίστηκε επί βδομάδες χωρίς να αποκαλύψει πού είχε κρύψει τα κινητά αρχαιολογικά ευρήματα του χώρου – αυτά που μπορούσαν πολύπιο εύκολα να πουληθούν (μέρος των εσόδων του ISIS προέρχεται από παράνομο εμπόριο αρχαιοτήτων). Η ανατριχιαστική εικόνα του αποκεφαλισμένου σώματός του έκανε το γύρο του κόσμου στα κοινωνικά δίκτυα. Θα μπορούσε να ειδωθεί ως μια υπόμνηση για την κοινή μοίρα μνημείων και ανθρώπων;


Τα στρατεύματα του ISIS εκδιώχθηκαν από την Παλμύρα στα τέλη του Μάρτη. Άφησαν πίσω τους έναν κατεστραμμένο αρχαιολογικό χώρο, μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Το βίντεο από τα συντρίμμια είναι πραγματικά σοκαριστικό. Όμως, είναι δυνατόν να σοκάρεται κάποιος από την εικόνα ενός αρχαιολογικού χώρου σε συντρίμμια, όταν έχει προηγηθεί η απώλεια τόσων ανθρώπινων ζωών και ο ξεριζωμός τόσων χιλιάδων ανθρώπων; Στο κάτω κάτω, η Παλμύρα μπορεί να αναστηλωθεί. Είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να δίνει τη ζωή του για να προστατεύσει μερικά αρχαία αντικείμενα; Στο κάτω κάτω, αν συνεχιστούν οι ανασκαφές θα βρεθούν κι άλλα παρόμοια.

Αγάλματα και άνθρωποι ξεριζώνονται μαζί…

Πάμε πίσω στο 1922. Μετά την κατάρρευση του Μικρασιατικού Μετώπου, το τμήμα της Θράκης
ανατολικά του Έβρου παραχωρείται στην Τουρκία και τον Οκτώβριο του 1922 πραγματοποιείται η εκκένωση της Ανατολικής Θράκης. Χιλιάδες χριστιανοί παίρνουν τον δρόμο της προσφυγιάς. Ανεβαίνοντας στα πλοία που θα τους μετέφεραν στην Ελλάδα, μαζί με τις οικογένειες και τα λίγα
υπάρχοντά τους, παίρνουν μαζί τους αγάλματα και άλλα αρχαία αντικείμενα από την περιοχή της αρχαίας Ραιδεστού.

Μπορεί να το δει κανείς ως μια κίνηση κάποιων προσκολλημένων στη Μεγάλη Ιδέα και τον ηττημένο εθνικισμό των «αλύτρωτων πατρίδων», που βασιζόταν εν μέρει και στην ένδοξη ιστορία των αρχαίων προγόνων. Όποιος όμως έχει παππούδες πρόσφυγες της Μικράς Ασίας ή της Ανατολικής Θράκης, ξέρει ότι «πατρίδα» ήταν ο τόπος, το σπίτι τους και ο κήπος τους, οι γείτονες -χριστιανοί και μουσουλμάνοι-, οι μυρωδιές στην αγορά. Πήραν μαζί τους τα αγάλματα, γιατί παίρνεις μαζί σου ό,τι είναι πιο οικείο και αγαπημένο κι ό,τι συγκροτεί την ταυτότητά σου – αυτά είναι, τελικά, η περιουσία σου.

Η θυσία του Χάλεντ αλ Άσαντ δεν έγινε απλώς για μερικές αρχαίες πέτρες. Το αίσθημα του σοκ από την εικόνα της κατεστραμμένης Παλμύρας δεν προέρχεται από τον ελιτισμό κάποιων που βλέπουν τις πέτρες και αγνοούν τους ανθρώπους. Άλλωστε και οι τζιχαντιστές στην Παλμύρα δεν κατέστρεφαν απλώς κάποιες πέτρες. Κατέστρεφαν μια ταυτότητα, για να συμβολίσουν την κυριαρχία της δικής τους, ολοκληρωτικής, ταυτότητας.

Τα μνημεία είναι έργα των ανθρώπων -μάλιστα είναι εκείνα τα έργα που ακριβώς φτιάχτηκαν για να συμβολίσουν κάτι. Μόνο που τη μνήμη την έχουν οι ζωντανοί άνθρωποι – και σε αυτούς ανήκουν τα μνημεία. Στην πορεία του χρόνου, τα μνημεία επαναχρησιμοποιούνται, πρακτικά και συμβολικά, έτσι ώστε κάθε εποχή τα νοηματοδοτεί με τον δικό της τρόπο. Ένα μνημείο που κάποτε χτίστηκε για να συμβολίσει τη δόξα ενός αυτοκράτορα σήμερα μπορεί να είναι η ταυτότητα μιας πόλης, ο ναός ενός θεού που δεν λατρεύεται πια μπορεί να συμβολίζει για μας τη δημοκρατία.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, η ζωή των μνημείων είναι συνυφασμένη με τη ζωή -και τη μνήμη- των ανθρώπων. Η ταυτότητα των μνημείων είναι οι ταυτότητες που τους δίνουν οι άνθρωποι. Κι ο λόγος που τα προστατεύουν, ακόμη και με τη ζωή τους. Γι’ αυτό η εικόνα της κατεστραμμένης Παλμύρας είναι η εικόνα των ξεριζωμένων προσφύγων, είναι η εικόνα των ίδιων των νεκρών, είναι η εικόνα της ευθύνης μας να σταματήσουμε τον πόλεμο. Ακόμη κι αν δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά…

Info
Τα αγάλματα-πρόσφυγες της Ραιδεστού και άλλα αντικείμενα που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες παρουσιάζονται στην έκθεση «Ραιδεστός-Θεσσαλονίκη. Αρχαιότητες σ’ ένα ταξίδι προσφυγιάς», στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης έως τις 31 Ιανουαρίου 2017. Η έκθεση είναι ανοιχτή καθημερινά από τις 9 το πρωί έως τις 4 το απόγευμα.

 

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Έξοδος 133, φύλλο 2ο

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *