Κρυφές και φανερές αλλαγές στο κράτος των μνημονίων

Ομιλία στη διημερίδα που διοργάνωσε το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική απελευθέρωση στον πολυχώρο Ελληνικό Μολύβι, στο Αιγάλεω, το Σάββατο 7 και την Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2017 για τον σύγχρονο ελληνικό καπιταλισμό.

 

Πόσες φορές έχετε ακούσει -ή ακόμη και έχετε πει- τη φράση «τι καλά που θα ήταν να λειτουργεί το δημόσιο, ανεξαρτήτως των κομμάτων και των κυβερνήσεων». Είναι κάτι σαν κοινός τόπος στη δημόσια συζήτηση ότι θα ήταν θετική εξέλιξη το να λειτουργεί το δημόσιο στον αυτόματο πιλότο, να είναι ανεξάρτητο από τη βούληση των εκάστοτε κυβερνήσεων. Εξίσου κοινός τόπος είναι και τα παραδείγματα των «άλλων χωρών» όπου το κράτος μπορεί να λειτουργεί ακόμη και σε συνθήκες ακυβερνησίας –σε αντίθεση με την «καθυστερημένη» Ελλάδα. Αυτή ακριβώς η φράση είναι αυτό που Τρόικα και κυβέρνηση ονομάζουν «αποπολιτικοποίηση του δημοσίου» και το έχουν θέσει ως έναν από τους στόχους της πολιτικής των μνημονίων.

Όπως όλοι οι «κοινοί τόποι», βέβαια, έτσι κι αυτή η φράση που ακούγεται τόσο απλή, απλώς συμπυκνώνει με απλοϊκό τρόπο μια στρατηγική της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης. Είναι το μοντέλο του κράτους στο οποίο ονειρεύονται να φτάσουν, ενός μνημονιακού κράτους, το οποίο θα έχει ενστερνιστεί τόσο πολύ τις προτεραιότητες του μνημονίου ως δικές του προτεραιότητες, που δεν θα χρειάζεται καμία έξωθεν επιβολή για να προχωρά κανονικά και απρόσκοπτα τις περικοπές και τις αναδιαρθρώσεις. Ένα κράτος στο οποίο οι υπάλληλοι θα έχουν ενστερνιστεί τόσο πολύ τις προτεραιότητες (οικονομικές, θεσμικές κλπ) της διαρκούς λιτότητας ως δικές τους προτεραιότητες ώστε να τις υλοποιούν χωρίς να χρειάζονται καν την πίεση μιας κυβέρνησης. Το νομικό υπόστρωμα των Μνημονίων υπάρχει ήδη. Αυτό που χρειάζεται επιπλέον είναι ο διοικητικός βραχίονας απρόσκοπτης εκτέλεσης του: το «αποπολιτικοποιημένο» δημόσιο.

Στην πραγματικότητα αυτό προσπαθούν να πετύχουν εδώ και 7 χρόνια. Οι αλλαγές στο δημόσιο, που περιλαμβάνονται σε όλα τα Μνημόνια και σε πολλούς εφαρμοστικούς νόμους, στοχεύουν στο να φτιαχτεί ένα «δημόσιο» μικρό, σκληρό, που θα λειτουργεί σα μια μηχανή εκτέλεσης των μνημονίων και της λιτότητας. Ένα «δημόσιο» που δεν θα είναι ανοιχτό στις λαϊκές ανάγκες, δεν θα πιέζεται από κινήματα, δεν θα υποκύπτει σε διεκδικήσεις.

Η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων –είτε στην πιο «ωμή» μορφή του νόμου του Κυριάκου Μητσοτάκη, όπου συνδεόταν άμεσα με απολύσεις, είτε στην πιο κεκαλυμένη μορφή του νόμου Βερναρδάκη- αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων γίνεται στη βάση επίτευξης στόχων, που όμως καθορίζονται από συγκεκριμένες πολιτικές (και μάλιστα καθόλου «αποπολιτικοποιημένες»). Τα «κίνητρα» επίτευξης στόχων (καλύτερη βαθμολογία, άρα καλύτερος μισθός ή καλύτερη θέση στην ιεραρχία) αποτελούν κίνητρα ώστε οι ίδιοι οι υπάλληλοι πρέπει να ενστερνιστούν τους στόχους των μνημονιακών πολιτικών, συνδέοντας με αυτούς την προσωπική τους επιβίωση. Για παράδειγμα στα νοσοκομεία διακηρυγμένος στόχος είναι η μείωση της ιατρικής και φαρμακευτικής δαπάνης. Αν η «αξιολόγηση» -και η μισθολογική εξέλιξη- του γιατρού ή του νοσηλευτή βασίζεται στην επίτευξη του στόχου, τότε το να τσιγκουνευτεί την γάζα ή την εξέταση, το να γράψει λιγότερα φάρμακα ή να μη δεχτεί να δει ανασφάλιστους ασθενείς, θα είναι ο τρόπος να μπορέσει ο ίδιος να εξασφαλίσει τον μισθό του. Ο μισθός μου η υγεία σου, δηλαδή. Στόχος είναι οι γιατροί, οι νοσηλευτές, το διοικητικό προσωπικό ενός νοσοκομείου να επιδιώκουν από μόνοι τους να εφαρμόσουν αυτές τις πολιτικές, χωρίς καν να χρειάζεται η πίεση από τον εκάστοτε Διοικητή. Αν στόχος του υπουργείου Ανάπτυξης είναι το πόσες «επενδύσεις» θα προχωρήσουν, τότε ο υπάλληλος αυτού του Υπουργείου δεν θα κριθεί με βάση την εφαρμογή των νόμων, αλλά με βάση το πόσους νόμους παρέκαμψε προκειμένου να προχωρήσουν τα σχέδια των «επενδυτών». Αν στόχος είναι η περικοπή της δαπάνης των επιδομάτων ανεργίας, τότε ο υπάλληλος του ΟΑΕΔ θα κριθεί με βάση το πόσα τυπικά προσκόμματα έβαλε σε κάθε άνεργο που του έλειπε ένα χαρτί από τον φάκελο, για να μην προχωρήσει την αίτησή του. Πλάι στην αξιολόγηση, οι υπόλοιπες αλλαγές στο δημόσιο, η εντατικοποίηση της εργασίας, η ιδεολογική πειθάρχηση (για παράδειγμα η εισαγωγή της συνέντευξης για κάθε θέση ευθύνης), το πειθαρχικό δίκαιο, συντείνουν στον ίδιο στόχο.

Αυτές ήταν από το 2010 οι κατευθύνσεις των μνημονίων για τις αλλαγές στον δημόσιο τομέα. Μετά από 8 χρόνια, παρόλ’ αυτά, λίγα πράγματα έχουν προχωρήσει. Οι αντιστάσεις που έχουν αναπτυχθεί, όσο μικρές κι αν φαίνονται απέξω, δεν έχουν αφήσει το δημόσιο να περιχαρακωθεί πλήρως από τις λαϊκές κινητοποιήσεις, και αντιθέτως το καθιστούν ακόμη ανοιχτό στη διεκδίκηση, σε παρεμβάσεις σωματείων, συλλόγων, ευρύτερα του λαϊκού κινήματος. Η κατάσταση αυτή δεν έχει σχέση μόνο με τις μεγάλες κινητοποιήσεις ενάντια στις απολύσεις ή τις κινητοποιήσεις για το μισθολόγιο. Είναι πολύ περισσότερο το αποτέλεσμα των κινητοποιήσεων που αφορούν στο ίδιο το αντικείμενο της εργασίας μας στο δημόσιο. Για παράδειγμα, η μάχη των εκπαιδευτικών για να  μπουν τα προσφυγόπουλα στα σχολεία, η μάχη των αρχαιολόγων να μην καταστραφούν αρχαιότητες για χάρη των επενδυτών, η αποχή από την αξιολόγηση, η απεργία των εργαζόμενων στον ΟΑΕΔ για τα δικαιώματα των ανέργων, όλα αυτά συντελούν στην ουσιαστική αντίσταση του δημοσίου να γίνει μια μνημονιακή μηχανή.

Ως γνωστόν, όμως, πολλοί δρόμοι οδηγούν στη Ρώμη. Στο βαθμό που η αναδιάρθρωση του καθαυτό δημοσίου βρίσκει αντιστάσεις και έχει καταλήξει να είναι μια μακρόχρονη διαδικασία, η Τρόικα και οι κυβερνήσεις προχωρούν και κάποιες παράλληλες διεργασίες που κινούνται ευθέως σε αυτή την κατεύθυνση. Τόσο το ίδιο το «σκληρό» δημόσιο όσο και σε αυτό που μπορεί να ονομαστεί «παράλληλο δημόσιο», ή ακόμη πιο εύγλωττα παρα-κράτος, έχουν θεσμοθετηθεί εκείνες οι υπηρεσίες που εξαρχής δημιουργήθηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορέσει αυτή η πολιτική να λειτουργήσει απρόσκοπτα.

 

Μια περιήγηση στο «σκληρό» δημόσιο

organogrammaΓΓΕπενδύσεων

Το 2013-2014 είχαμε μια μεγάλη αναδιάρθωση των Οργανισμών των Υπουργείων. Τότε το κύριο θέμα ήταν η κατά 40% (!) συρρίκνωση Διευθύνσεων και Τμημάτων που ζητούσε η Τρόικα να εφαρμοστεί στο σύνολο των Υπουργείων. Κι όμως, δεν έγιναν μόνο περικοπές. Τότε ιδρύθηκαν και νέες δομές, υπηρεσίες μέσα στα ίδια τα υπουργεία υπηρεσίες που αφορούσαν αυτή τη προσαρμογή του δημοσίου στη νέα κατάσταση. Τα πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν στο οργανόγραμμα του Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού η ίδρυση μιας ολόκληρης Γενικής Γραμματείας, με αρμοδιότητα τις Στρατηγικές και Ιδιωτικές Επενδύσεις.

Αυτή η Γενική Γραμματεία, οι διευθύνσεις και τα τμήματά της, δεν έχουν στους στόχους της οτιδήποτε που να σχετίζεται με ανάγκες των πολιτών. Έχει ως στόχους την «προσέλκυση ξένων κεφαλαίων» και «λειτουργεί ως Υπηρεσία μιας στάσης για την αδειοδότηση των Στρατηγικών Επενδύσεων». Τι σημαίνει αυτό; Ότι η Διεύθυνση αδειοδοτήσεων, με τμήμα αρχαιολογικών αδειών, δασών, αιγιαλού παραλίας, πολεοδομίας, περιβαλλοντικών όρων, αναλαμβάνει εξολοκλήρου να φέρει σε πέρας την αδειοδότηση του επενδυτή, ο οποίος απλώς καταθέτει μια «ιδέα» και μετά έχει μια ολόκληρη υπηρεσία του δημοσίου να δουλεύει για πάρτη του. Αυτή η Γενική Γραμματεία αναλαμβάνει ακόμη και τα φορολογικά κίνητρα, ενώ διαθέτει τμήμα για την αναζήτηση χρηματοδότησης της επένδυσης. Αναλαμβάνει, δηλαδή, το ίδιο το δημόσιο να βρει στον επενδυτή ακόμη και τη χρηματοδότηση της επένδυσης του –μπορεί δηλαδή ο «επενδυτής» να μην χρειαστεί να βάλει ούτε καν χρήματα!

Αντίστοιχο παράδειγμα είναι ο Οργανισμός Enterprise Greece, που αποτελεί μετεξέλιξη της «Επενδύστε στην Ελλάδα Α.Ε.» (Invest in Greece Agency). Η περιήγηση στην ιστοσελίδα του είναι μια μοναδική εμπειρία: εκεί θα δείτε να παρουσιάζεται ολόκληρη η χώρα ως ένας «ελκυστικός» προορισμός για κεφάλαια του εξωτερικού. Κάτι σαν μεσιτικό γραφείο δηλαδή, που παρουσιάζει τα πλεονεκτήματα της χώρας: τον ήλιο, τη θάλασσα, το φτηνό εργατικό δυναμικό. Πρόκειται για μια δημόσια εταιρεία, που αναλαμβάνει να βγάλει πέρα τη βρώμικη δουλειά.

Χωριστό τμήμα σε αυτή τη δομή αποτελεί ο «Διαμεσολαβητής του Επενδυτή». Ας δούμε πώς (αυτό)παρουσιάζεται αυτή η υπηρεσία: «Έχετε σε εξέλιξη ένα επενδυτικό σχέδιο άνω των 2 εκ. ευρώ στην Ελλάδα και αντιμετωπίζετε δυσκολίες με την Δημόσια Διοίκηση; Ο Διαμεσολαβητής του Επενδυτή του Enterprise Greece είναι πλέον ο σύμμαχός σας για την επιτάχυνση του έργου σας, με αμεσότητα, διαφάνεια και χωρίς χρέωση». Δεν χρειάζονται περισσότερα σχόλια, προφανώς…

 

«Παράλληλο δημόσιο» ή απλώς παρα-κράτος

Από το 2010 και μετά δημιουργείται ένα υπερκράτος, έξω από τις δομές του δημοσίου, που αναλαμβάνει νευραλγικές κρατικές αρμοδιότητες. Φτιάχνεται ad hoc, δεν υπόκειται στους ελέγχους του δημοσίου (ούτε στη στελέχωση, ούτε στο μισθολόγιο, ούτε στην οικονομική διαχείριση), πολλές φορές ούτε καν στον έλεγχο της κυβέρνησης, παρότι εποπτεύει και αποφασίζει την ίδια την οικονομική πολιτική της χώρας! Είναι δηλαδή όντως ένα παρα-κράτος.

Καταρχάς η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), που έχει αναλάβει όλες τις αρμοδιότητες για τον προσδιορισμό, τη βεβαίωση και την είσπραξη των φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών δημοσίων εσόδων (εφορίες, τελωνεία κλπ). Δηλαδή όλο το αντικείμενο των οικονομικών εσόδων της χώρας, που ανήκε στο Υπουργείο Οικονομικών. Μόνο που η Αρχή αυτή είναι «ανεξάρτητη» από την κυβέρνηση και –βέβαια- από τον ελληνικό λαό. Δίνει λόγο κατευθείαν στην ΕΕ και την τρόικα. Ο επικεφαλής της, που είναι υπεύθυνος για όλα τα φορολογικά και τελωνειακά έσοδα της χώρας, είναι επιλεγμένος από τις Βρυξέλλες και δεν αποτελεί μέλος της κυβέρνησης.

Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας από το 2010 είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που –με βάση τον ιδρυτικό του νόμο– «δεν ανήκει στο δημόσιο τομέα, διαθέτει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, λειτουργεί αμιγώς κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας». Μόνο που έχει στην αρμοδιότητά του όλο το τραπεζικό σύστημα. Δεν είναι ούτε υπουργείο, ούτε κυβερνητική δομή. Κι όμως το ΤΧΣ και η ΑΑΔΕ εποπτεύουν και αποφασίζουν όλη την οικονομικά της χώρας.

Από κοντά και η Τράπεζα της Ελλάδος, της οποίας η «αυτονομία» έχει ξεπεράσει κάθε όριο. Είναι παράρτημα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο κεντρικός τραπεζίτης δίνει λόγο μόνο στην ΕΚΤ, ενώ ο στόχος της είναι «η σταθερότητα του ευρώ» στη χώρα και όχι βέβαια η επιβίωση του λαού στη χώρα.

 

Οι υπηρεσίες προώθησης των ιδιωτικοποιήσεων

Ένας οργασμός από υπηρεσίες και παραϋπηρεσίες έχουν ιδρυθεί και λειτουργούν με δημόσιο χρήμα για την προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων, ξεκινώντας από το ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ. Το ΤΑΙΠΕΔ λειτουργεί ως ένα μεγάλο μεσιτικό γραφείο. Στην ιστοσελίδα του είναι απροκάλυπτο: αναφέρονται με τη σειρά όλα τα προς πώληση. «Ιδιωτικοποιήσεις προς εκτέλεσε»: πουλιούνται οικόπεδα, δημόσιες επιχειρήσεις, ακίνητα κλπ. Το ΤΑΙΠΕΔ έχει ιδρυθεί από το δημόσιο για την «αξιοποίηση της δημόσια περιουσίας». Ο τρόπος που λειτουργεί είναι αποκλειστικά η εξυπηρέτηση του όποιου ιδιώτη. Το παράδειγμα του Ελληνικού ήταν χαρακτηριστικό: στην μάχη που δόθηκε σχετικά με τις αρχαιότητες, η ενδιαφερόμενη εταιρεία Lamda Development δεν εμφανίστηκε πουθενά. Εμφανίζονταν παντού οι σύμβουλοι του ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ και της ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΕ, οι οποίοι εκπροσωπούσαν απροκάλυπτα τα συμφέροντα του επενδυτή.

Η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) είναι ανεξάρτητη ρυθμιστική αρχή από το 1999 και συστάθηκε για να περάσει μέσω αυτής η απελευθέρωση της ενέργειας (ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου). Από το 2010 επιπλέον, η ΡΑΕ εκδίδει τις άδειες παραγωγής ενεργειας. Δεν είναι υπουργείο, δεν υπόκειται σε κανέναν έλεγχο, ούτε καν έλεγχο της νομιμότητας των αποφάσεων της ΡΑΕ από το ΥΠΕΚΑ (από το 2011), ενώ καθορίζει την ενεργειακή πολιτική της χώρας.

Όπως τα ΣΔΙΤ και τα ΕΣΠΑ έφεραν αναδιαρθρώσεις στις προτεραιότητες του δημόσιου, κουβαλώντας μέσα στο δημόσιο την ιδιωτικοοικονομική λειτουργία, έτσι και όλες αυτές οι ανεξάρτητες αρχές και οι ΑΕ του δημοσίου «αποπολιτικοποιούν» τη λειτουργία του δημοσίου. Έχουν εξαρχής ως βασική λειτουργία την εξυπηρέτηση του επενδυτή, την κατά προτεραιότητα προώθηση των φαστ τρακ επενδύσεων, ενάντια σε οποιοδήποτε νόμο ή δικαίωμα του ελληνικού δημοσίου. Έχουν φτιαχτεί εξαρχής για να είναι αυτό, είναι ένα δημόσιο εκτός δημοσίου, ασκούν δημόσια λειτουργία ενώ είναι εκτός δημόσιου λογιστικού και βέβαια εκτός ενιαίου μισθολογίου, και προφανώς εκτός προσλήψεων ΑΣΕΠ. «Αποπολιτικοποιούν» τη λειτουργία του δημοσίου όχι βέβαια γιατί δεν ασκούν πολιτική, αλλά με την έννοια ότι αυτή η πολιτική παρουσιάζεται ως «ανεξάρτητη» από την πολιτική ευθύνη του εκάστοτε υπουργού και της εκάστοτε κυβέρνησης, ως μια «αντικειμενική» πολιτική.

 

Δημοσιεύτηκε στο ΠΡΙΝ 5/3/2018

http://prin.gr/?p=19414

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *