Ας γυρίσουμε 2,5 χρόνια πίσω, στις 20 Δεκεμβρίου 2007. Εμβρόντητη έμεινε η χώρα από την είδηση της απόπειρας αυτοκτονίας του Χρήστου Ζαχόπουλου, ώς τότε (πανίσχυρου) γενικού γραμματέα του υπουργείου Πολιτισμού και στενού φίλου του τέως πρωθυπουργού.
Το τηλεοπτικό θέαμα που ακολούθησε τα είχε όλα: σεξ, εκβιασμούς, DVD και, μάλιστα, σε απόσταση αναπνοής από την (ώς τότε άτρωτη) πρωθυπουργική κλίνη. Τα δελτία των 8, αίφνης, μετατράπηκαν σε μεσημεριανάδικα και το φιλοθεάμον κοινό ταΐστηκε με πικάντικες λεπτομέρειες – για το καλό της είδησης πάντα.
Εκτός από τα ευτράπελα, στα δημοσιογραφικά πηγαδάκια κυκλοφορούσε η πληροφορία ότι το «σκάνδαλο» είχε να κάνει με μαύρο πολιτικό χρήμα. Η τότε αντιπολίτευση με ζηλευτή χάρη (και τη Δαμανάκη στο τιμόνι του Τομέα Πολιτισμού) έψαχνε, εναγωνίως, να βρει την άκρη που θα της επέτρεπε να ρίξει τον Καραμανλή, δεκάδες δημοσιογράφοι έπεσαν με τα μούτρα στο ψάξιμο των χρηματοδοτήσεων του Ειδικού Λογαριασμού… Ώδινεν όρος και έτεκεν μυν.
Τι έγινε; Ήταν τόσο καλά κρυμμένο το μυστικό; Πώς γίνεται να σκάει ένα σκάνδαλο στο άντρο της κραταιάς ΠΑΣΚΕ-ΥΠΠΟ (έχει απόλυτη πλειοψηφία στην Ομοσπονδία και στα μισά τουλάχιστον σωματεία), η οποία δεν είχε μια κακή κουβέντα να πει για τον στενό συνεργάτη του αρχηγού της Ν.Δ., δεν είχε μια πληροφορία για να βοηθήσει το κόμμα της; Τελικά, τα μαύρα κονδύλια ήταν αυτά που ξοδεύτηκαν στα καμπαναριά της Μακεδονίας (πατρίδα του Ζαχόπουλου) και τους πολιτιστικούς συλλόγους των απανταχού της γης Κρητών (συντοπιτών του Βουλγαράκη);
Αρκούσε μια απλή ματιά στα κονδύλια του Ειδικού Λογαριασμού για να εντοπίσει κανείς αυτό για το οποίο ήδη βοούσε το υπουργείο: τα μεγαλύτερα (έως ιλιγγιώδη) ποσά κατευθύνονταν στα ταμεία της Ομοσπονδίας, διαφόρων σωματείων και συλλόγων, όπου «κουμάντο» έκαναν (και κάνουν) συγκεκριμένοι αρχισυνδικαλιστές της ΠΑΣΚΕ και της ΔΑΚΕ. Έτσι εξηγούνται τα (αλλιώς ανεξήγητα) κοινά τους ψηφοδέλτια σε μεγάλους συλλόγους (η μοιρασιά των εδρών γίνεται μετά…) και τα αναλογικά προεδρεία, έτσι εξηγείται γιατί τα ποσά έρρεαν απρόσκοπτα -είτε επί ΠΑΣΟΚ είτε επί Ν.Δ.- προς όλους, έτσι εξηγείται γιατί κανείς δεν «κάρφωσε» τον άλλον, ούτε βέβαια και τους πολιτικούς τους πάτρωνες. Έτσι εξηγούνται και τα 9 εκατομμύρια ευρώ που έκοβαν βόλτες από το 1997 ώς το 2007 στους προσωπικούς λογαριασμούς του αρχισυνδικαλιστή της ΔΑΚΕ και πρώην αντιπροέδρου της Ομοσπονδίας.
Τα ποσά προορίζονταν για το «καλό» των εργαζόμενων: για το επίδομά τους, τις δωρεάν κατασκηνώσεις, τα αριστεία» των παιδιών, τη διοργάνωση της (εθελοντικής) αιμοδοσίας και διάφορες εκδόσεις ή πολιτιστικές δραστηριότητες της Ομοσπονδίας και του πολιτιστικού συλλόγου «Γλαυκώπις Αθηνά» (οι οποίες δεν είχαν καν συγκεκριμένο τίτλο ή μέρος, για να ξέρουμε αν πραγματοποιήθηκαν!). Γύρω από αυτές τις «παροχές» διαμορφώθηκε, σταδιακά, η «συλλογική ευθύνη» που βόλευε ακριβώς αυτό το συνδικαλιστικό απαράτ. Ο φόβος ότι αν όλα αυτά βγουν στη φόρα, «θα χάσουμε και τα ελάχιστα που έχουμε». Η «συνενοχή» των εργαζόμενων για το ότι έπαιρναν ένα πενιχρό επίδομα αντί για πραγματικές αυξήσεις, δωρεάν κατασκήνωση για ένα μήνα αντί για δημόσιο παιδικό σταθμό ή ένα «αριστείο» των 200 ευρώ αντί για δωρεάν παιδεία. Την ώρα που οι «εκπρόσωποί» τους μοιράζονταν εκατομμύρια, προσπαθούσαν να τους πείσουν για μια «συνωμοσία σιωπής» που θα διασφάλιζε τα (ελάχιστα) κεκτημένα τών από κάτω και τα (υπέρογκα) οφέλη τών από πάνω…
Το ζήτημα είναι ότι η λογική «να μην πριονίσουμε το κλαδί που μας στηρίζει», ήταν ευρέως διαδεδομένη και στο συνδικαλιστικό δυναμικό της επίσημης Αριστεράς, στο υπουργείο Πολιτισμού. Η «αιρετική» (για τα ειωθότα του καλοβαλμένου συνδικαλισμού) στάση της Ενωτικής Αγωνιστικής Κίνησης, που δημόσια κατήγγειλε την πέτρα του «σκανδάλου», αντιμετωπίστηκε περίπου ως προδοσία. Προϋπέθετε. Άλλωστε. ότι οι εργαζόμενοι θα διεκδικούσαν συλλογικά αυτά που τους ανήκαν και θα έπαυαν να τα «αναθέτουν» στους φωστήρες του (βρόμικου) συνδικαλισμού.
Δυόμισι χρόνια μετά, με τη «συνενοχή» να κυριαρχεί στο δημόσιο λόγο («όλοι φταίμε», «όλοι κλέψαμε έστω και λίγο»…) και να διαμορφώνει το ιδεολογικό υπόβαθρο αποδοχής μιας επίθεσης που δεν ξεθεμελιώνει απλώς τα κεκτημένα, αλλά βάζει μπουρλότο σε κάθε εργασιακό, ασφαλιστικό και μισθολογικό δικαίωμα, κάποιοι μπορούμε να φωνάξουμε: «όχι, δεν τα φάγαμε μαζί, ούτε σας καλύψαμε όταν τα τρώγατε». Ανάμεσα σε αυτούς, ευτυχώς και η πλειονότητα των (πραγματικά) εργαζόμενων στο ΥΠΠΟ.