“Τα πράγματα είναι απλά: όταν στο σπίτι σου μπαίνουν κατσαρίδες, δεν τρέχει όλη η οικογένεια να τις κυνηγάει μία μία. Κάνεις απεντόμωση. Το ίδιο και στο κέντρο της Αθήνας. Πρέπει να διώξουμε όλους τους λαθρομετανάστες”…
Τάδε έφη η γνωστή ξανθιά κυρία, μέλος της Χρυσής Αυγής, που παρουσιάζεται ως εκπρόσωπος της επιτροπής κατοίκων Αγ. Παντελεήμονα.
Σημερινό, από τη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου της Αθήνας με θέμα τα μέτρα για το ιστορικό κέντρο, όπου παραβρέθηκα.
Προσπαθώ πολλή ώρα να το ξεχάσω, αλλά δεν γίνεται. Άλλωστε, το σωστό δεν είναι να το ξεχάσω. Το σωστό είναι να το μοιραστώ με όλους -αφού ακόμη δεν το βλέπω σε κανένα από τα μέσα των οποίων οι δημοσιογράφοι επίσης άκουγαν, εξίσου έντρομοι.
Άνθρωποι και κατσαρίδες. Συμμορίες που αναγκάζονται να τρέχουν να πατάνε μία μία τις κατσαρίδες γιατί δεν κάνει καλά τη δουλειά του το κράτος, να τους μαζέψει όλους και να τους εξαφανίσει (τι να κάνει και η καημένη κυριούλα με ένα μικρό φουρνάκι; κατά το γνωστό ανέκδοτο…)
Υπάρχουν αυτοί οι υπάνθρωποι. Κυκλοφορούν ανάμεσά μας. Βγαίνουν και μιλούν στα πρωινάδικα, ως καθόλα αξιοπρεπείς πολίτες. Όπως άλλωστε και τόσοι κλέφτες, λωποδύτες, μπράβοι, μαχαιροβγάλτες, προαγωγοί -επίσημοι και μη…
Κι όμως, το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν ήταν το θράσος της να παρομοιάσει τους κυνηγημένους της ζωής με κατσαρίδες. Το μεγαλύτερο πρόβλημα αποτελεί η πολιτική της κυβέρνησης και του Δημάρχου-υπαλλήλου της, που επικεντρώνουν το πρόβλημα της Αθήνας στην εξαφάνιση των μεταναστών και κάθε κοινωνικά αποκλεισμένου.
Διά στόματος Άννας Νταλάρα: “Δεν θα μας επιβάλλει η ακροδεξιά την πολιτική μας. Από μόνοι μας πρέπει να διώξουμε όλους τους λαθρομετανάστες από την Αθήνα”.
Διά στόματος Καμίνη: “Το θέμα είναι να δημιουργηθούν χώροι όπου θα συγκεντρώνονται όλοι οι μετανάστες προς απέλαση, και αυτό να γίνει σε όλους τους Δήμους, όχι να συγκεντρώνονται όλοι στην Αθήνα”. Αξίζει τον κόπο να διαβάσετε τις προτάσεις Καμίνη για το Κέντρο της Αθήνας. Αξίζει, ειδικά για όσους ψηφίσαν τον “ανεξάρτητο” Συνήγορο του Πολίτη (νυν: του Πρωθυπουργού). Φαντάζομαι ότι αύριο, που θα συναντηθεί με τον αρμόδιο για το θέμα Αντιπρόεδρο Πάγκαλο, θα μπορέσουν να τις εξειδικεύσουν σε συγκεκριμένα μέτρα: πόσους, από ποιους δρόμους και με ποιο τρόπο θα… εξολοθρεύσουν. Απεντόμωση, δηλαδή! (Μήπως να τους πουλάγαμε και τα όργανα, ρε παιδιά, να κάνουμε απόσβεση; Έμαθα ότι οι αστυνομικές επιχειρήσεις κοστίζουν πια…).
Το πολιτικό κλίμα μυρίζει Γερμανία του ’30. Όχι παντού. Σίγουρα όμως στο κέντρο της πρωτεύουσας. Εκεί που η φτώχεια και η εξαθλίωση εντείνονται, εκεί που οι άστεγοι σκοτώνονται για ένα παγκάκι, εκεί που οι γυναίκες εκδίδονται υπό την απειλή του όπλου.
Γίναμε λοιπόν μια σύγχρονη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα! Αυτό δεν ήθελαν; Τόσα χρόνια μας πιπιλάνε το μυαλό για τις ελληνικές “ανορθογραφίες”: την (υποτιθέμενη) τεμπελιά, την οικογενειακή αλληλεγγύη, τη φιλοξενία, την προστασία της εργασίας, τα σωματεία… Ε λοιπόν, όταν κάνεις ότι μπορείς για να εξαφανιστούν όλα αυτά, μαζί τους εξαφανίζονται οι ζωντανές γειτονιές, τα γεμάτα καφενεία, τα παιδιά που παίζουν στους δρόμους, τα μαγαζιά της γειτονιάς, τα θερινά σινεμά, η δυνατότητα να γυρνάς μόνος στο σπίτι ότι ώρα θες χωρίς να φοβάσαι. Μπράβο σας, καλά τα καταφέρατε! Μας κάνατε επιτέλους Ευρώπη!
Συνεχίζω να μένω στο κέντρο της Αθήνας. Να έχω το ψιλικατζίδικό μου, που παίρνω βερεσέ τσιγάρα. Να γνωρίζω τις πωλήτριες στο σούπερ μάρκετ. Να κάνω παρέα με όλες τις μαμάδες της γειτονιάς, ανεξαρτήτως χρώματος. Να χαιρετάω τους απο πάνω στο ασανσέρ. Να θεωρώ τύχη για το παιδί μου να φοιτά σε πολυεθνική τάξη. Να μαθαίνω τα προβλήματα των γειτόνων μου και να τους βοηθάω όσο μπορώ. Να κατεβαίνω μαζί τους στην απεργία, στην πλατεία, στο αυτοδιαχειριζόμενο πάρκο. Να αντιστέκομαι στη λαίλαπα του Μνημονίου, όχι μόνο στις πανεργατικές απεργίες, αλλά στην καθημερινότητά μου.
Να πάρουμε πίσω τις γειτονιές, μόνο έτσι θα νικήσουμε τον φόβο, έτσι θα τους νικήσουμε.